Τεχνοκριτικό σημείωμα για το έργο του Μάκη Κουλιανού

Η καλλιτεχνική παραγωγή του Μάκη Κουλιανού δύναται να χαρακτηρισθεί ποικιλοτρόπως. Από τη μια πλευρά, διατηρεί το ρηξικέλευθο πνεύμα περί της πραγματικά ελεύθερης απόδοσης του ερωτικού στοιχείου, στον δρόμο που άνοιξε η πρωτοπόρος της μινιατούρας και αμερικανικής καταγωγής ζωγράφος του 19ου αι., Sarah Goodridge, η οποία το 1828 φιλοτέχνησε το γνωστό έργο Beauty Revealed, απεικονίζοντας το γυμνό στήθος της επάνω σε ένα λεπτό τμήμα ελεφαντοστού· το οποίο και φυλάσσεται σήμερα στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τεχνών Νέας Υόρκης (Kort & Sonneborn, 2002). Από την άλλη, όμως, ο καλλιτέχνης, γρήγορα – και φυσικά – σκόπιμα περνάει από το ρεαλιστικό στο υπερρεαλιστικό, διατηρώντας την επιθυμία του για αναζήτηση του διαφορετικού, του ονειρικού, εκείνου του θεωρητικά μόνο εξιδανικευμένου, αφού τελικά το ίδιο εγκαταλείπεται προς αναζήτηση ενός έτερου και θεωρητικά περισσότερο εξιδανικευμένου (Wilson, 1991). Αυτή η εναλλαγή βέβαια δεν οδηγεί σχεδόν ποτέ στην παραπάνω εύρεση, καθώς, αρχικά, η εικόνα του τέλειου, του ολόκληρου, του ορθού μοιάζει πολύ επίπονη, σχεδόν ακατόρθωτη, και έπειτα, μάλλον η ίδια εναλλαγή από το ρεαλιστικό στο υπερρεαλιστικό, χωρίς γέφυρες, και τις μεταβάσεις που καθιέρωσε ο μετα-μοντερνισμός φαντάζει εν τέλει ειρωνική από την πλευρά του δημιουργού, του οποίου το εικαστικό αποτύπωμα δεν ερμηνεύεται πλήρως και άμεσα στο εύρος του από τους οικείους, με αποτέλεσμα ο ίδιος σταδιακά να μετουσιώνεται σε έναν «κασσανδρικό» εικαστικό με προφητικές ικανότητες, που δε βρίσκουν αντίκτυπο (Δρακάκη & Ορφανίδης, 2024).

Η τέχνη του Κουλιανού εστιάζει στον άνθρωπο, ακόμα και αν για εκείνον περιστασιακά η ανθρώπινη φύση ανάγεται σε ένα κράμα ανομοιογενών στοιχείων, με τελικό αποτέλεσμα τη δημιουργία μειξογενών όντων, εμπνευσμένων από τον κόσμο της μυθολογίας. Ο καλλιτέχνης, όμως, δεν επιθυμεί την παρουσίαση των μυθικών προτύπων μέσω της αποτύπωσης των γνωστών σε όλους μας μυθολογικών αφηγήσεων. Προτιμάει να μας προσκαλεί σε ένα παιχνίδι ανάκλησης όλων εκείνων των πολιτισμικών γνώσεων που αναπτύξαμε ήδη από τα σχολικά μας χρόνια, μέσω έξυπνων, κεκαλυμμένων και πολυεπίπεδων σημειωτικών εικόνων-αναφορών. Μάλιστα, το ταξίδι αυτό στο οικείο παρελθόν έχει ως εφαλτήριο αρχέτυπα από τον κόσμο της Βίβλου, και όχι μόνο από το αρχαίο ελληνικό και ρωμαϊκό πολιτισμικό κοσμοείδωλο. Οι γνωστές αλλά και ισχύουσες μόνο σε τοπικό γεωπολιτισμικό (ακόμα και αποκρυφιστικό) περιβάλλον ιστορίες της Βίβλου λειτουργούν δίκης προμετωπίδας σε όλη την εκτύλιξη της καλλιτεχνικής δημιουργίας του εικαστικού. Από τους πρωτόπλαστους, Αδάμ και Εύα, στον έκπτωτο άγγελο, στη Βηρσαβεέ, στη γυναίκα-δαίμονα Λίλιθ… και σε μια σειρά ακόμα αφηγηματικών λαβυρίνθων που βρίθουν προβληματισμών και πανανθρώπινων μηνυμάτων για τις αξίες της κοινωνίας, οδηγούμαστε στην επανεξέταση των μετα-μοντερνικών προτύπων που έχουν ως στόχο την ανάκληση της πολιτισμικής μνήμης για λόγους εδραίωσης του προϋπάρχοντος εντός του νέου, στους κόλπους ενός φάσματος με επιπολιτισμικές συνιστώσες (Budd, 2009).

Η εκ νέου εξέταση όλου αυτού, βέβαια, για τον Κουλιανό συντελείται μέσα από τη δυναμική του προσωπικού σφάλματος και της Θείας Πρόνοιας που δύναται να εμφανισθεί εν τοις πράγμασι σε ένα πλήθος φιλοσοφικών ρευμάτων και θρησκευτικών συστημάτων, και όχι μόνο στο ευρύτερα χριστιανικό-ιουδαϊκό φάσμα πολιτισμικής ωρίμανσης. Ταυτόχρονα, αναδύονται αξιοσημείωτες αναφορές και από την αρχαία τέχνη μέσω του αναγεννησιακού σημειωτικού κατόπτρου. Οι ανθρώπινες μορφές διατηρούν εμφανώς στοιχεία από τους κούρους και τις κόρες της αρχαιότητας, αναδεικνύοντας με λεπτομέρεια κάθε φορά τα ανατομικά χαρακτηριστικά, όπως και αν τυχόν αυτές παρουσιάζονται, λ.χ. προφίλ, με την οπίσθια όψη, κ.ά. Μάλιστα, μερικές φορές, η απεικόνιση των ανθρώπινων και/ή μειξογενών σωμάτων ανακλά το – και πλούσιο θεματικά – γλυπτικό μεγαλείο του ελληνιστικού μπαρόκ ή ροκοκό, καθώς συναντάμε, από τη μια πλευρά, ουκ ολίγες έντονες συστροφές, και από την άλλη, ποικίλες εκφράσεις προσώπων ως μικρο-πορτραίτα βακχικών-απόκοσμων συναισθημάτων (Dillon, 2006).

Ο συνδυασμός όλων αυτών, λοιπόν, οδηγεί τον εικαστικό στον κόσμο του (ελληνικού) μετα-μετα-μοντέρνου (Ορφανίδης, 2022), καθώς πρώτα, από όλα ο ίδιος αναπλάθει αυτό που ορίζουμε ως «οικείο». Τωόντι, κατά παράδοση, αναζητείται συνεχώς το «οικείο», εκείνο που υποτίθεται ότι γνωρίζουμε καλύτερα λόγω ατομικών και συλλογικών βιωμάτων, πολιτισμικών δεικτών που ως έναν βαθμό έχουν (προ)καθορίσει την εξελικτική πορεία του προσωπικού μας δράττειν, ειδικά αν δεν ασκήσουμε ποτέ ως κοινωνικές μονάδες την πρέπουσα κριτική σε αυτό που μας παρουσιάζεται ως συμπαγές και ασφαλές εντός ενός συστήματος παραδοσιακών-ιστορικών αξιώσεων (Ορφανίδης, 2022). Τα σύνορα οριοθέτησης στον δρόμο εύρεσης και (ανα)δόμησης του πολιτισμικά οικείου δεν είναι ασφαλώς μόνο γεωγραφικά και φυσικά (Beck, 2009). Γι’ αυτό η έννοια του οικείου χρωματίζεται από πολλούς – στην ίδια κοινωνία – διαφορετικά και διαρκώς, έως και απομυθοποιείται η όποια άλλοτε κραταιά συμβολική δύναμη του. Ακόμα και το χρώμα του κλασικού χρυσού, το οποίο ο Κουλιανός χρησιμοποιεί πολύ συχνά, φαίνεται ότι στην προκειμένη περίπτωση δε συμβολίζει το συναίσθημα του prestige, της υπεροχής, έστω εκείνης της υπεροχής που ερείδεται μόνο σε παλαιούς τίτλους, εν αντιθέσει στηλιτεύει το κυνήγι της δόξας ως κάτι το κενό, το μάταιο, το μη πρωτεύον στον ανθρώπινο βίο, με τη φωτεινότητα αυτού να μεταμορφώνεται σε θαμπή αναλαμπή, σε ένα μιδαίο άγγιγμα που τελικά δεν εγγυάται την ευτυχία, αφού είναι τελείως απομακρυσμένο από τον πνευματικό πλούτο και την ολιστική ψυχική ευφορία, όπως δηλαδή διδασκόμαστε από το επιμύθιο πολλών αρχαίων και βιβλικών διηγήσεων.

Βιβλιογραφικές αναφορές

Beck, U. (2009). Critical Theory of World Risk Society: A Cosmpolitan Vision. Constellations, 16(1), 3-22.

Budd, A. (2009). The modern historiography reader: Western sources. Routledge.

Dillon, S. (2006). Ancient Greek portrait sculpture: Contexts, subjects, and styles. Cambridge University Press.

Δρακάκη, Μ., & Ορφανίδης, Γ. (2024). «Μνήμι εστί…»: Κατάλογος εικαστικής έκθεσης σύγχρονης τέχνης των ζωγράφων Αντώνη Αλιβρούβα & Δημήτρη Αστερίου. Περιφέρεια Κρήτης.

Kort, C., & Sonneborn, L. (2002). A to Z of American Women in the Visual Arts. Infobase Publishing.

Ορφανίδης, Γ. (2022). Σύμβολα και όρια επί του Μετα-Μεταμοντερνισμού. Συζητώντας για δύο πολιτισμικά δρώμενα στον άξονα Θεσσαλονίκη-Λευκωσία-του 2022. Symbol-e, 12, 31-50.

Wilson, S. (1991). Surrealist painting (3rd ed.). Phaidon.

Δρ. Γεώργιος Ορφανίδης

Ιστορικός Τέχνης, Επιμελητής Εκθέσεων